Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

Δυσορθογραφία

Δυσορθογραφία ονομάζεται η ειδική μαθησιακή διαταραχή που εκδηλώνεται με επίμονη και ασυνήθιστη δυσκολία στην θεματική και καταληκτική ορθογραφία. Πρέπει να διαφοροποιείται από τη δυσλεξία που αφορά την αναγνωστική δυσχέρεια και την δυσγραφία, για την οποία θα γίνει λόγος αργότερα.



Για να γράψει ένα παιδί ορθογραφημένα, πρέπει αφού έχει περάσει τη φάση της λειτουργικής ανάγνωσης να καταφέρει να δομήσει δεξιότητες που έχουν σχέση με τη φωνολογία, την μορφολογία των λέξεων καθώς και την κατανόηση των συμφραζόμενων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ομόηχες λέξεις. Θα πρέπει να έχει φωνημική και συλλαβική επίγνωση, να χειρίζεται τις καταλήξεις των λέξεων και τα μορφήματα. Θα πρέπει να έχει στην μνήμη του και να ανακαλέσει την οπτική αναπαράσταση της λέξης. Αυτό ίσως εξηγεί γιατί συχνά παιδιά με νοητική στέρηση που όμως έχουν καλή οπτική μνήμη, γράφουν πιο ορθογραφημένα από μαθητές με δυσλεξία που συνήθως συνυπάρχει με τη δυσορθογραφία.

Μέχρι την ηλικία των 7- 8 ετών, είναι φυσιολογικό ένα παιδί να κάνει λάθη σε κάποιες δύσκολες λέξεις. Μετά τα 8 θα αρχίσει να γνωρίζει τους βασικούς κανόνες ορθογραφίας και να γράφει σωστά.

Η ελληνική γλώσσα έχει την ιδιαιτερότητα να έχει ομόηχα φωνήματα και δίψηφα που αποδίδονται με διαφορετικούς τρόπους, π.χ ο-ω, ε-αι, ι-υ-η-ει-οι-υι, αυ,ευ, δίψηφα σύμφωνα π.χ γκ-γγ, λλ, μμ, αλλά και ομόηχες λέξεις με διαφορετική σημασία π.χ τύχη – τείχη –τοίχοι κ.λ.π.

Το παιδί λοιπόν καλείται να κάνει γραφοφωνημική αντιστοίχιση, να επιλέξει το σωστό γράφημα, να έχει πλήρη κατανόηση του κειμένου που διαβάζει και παράλληλα να ανακαλέσει από τη μνήμη του τους ορθογραφικούς κανόνες. Οι μαθητές με δυσορθογραφία δυσκολεύονται να κατανοήσουν τους γραμματικους κανόνες, να τοποθετήσουν κάθε λέξη σε κατηγορία – ανάλογα με το μέρος του λόγου που κατατάσσεται, το γένος, τον αριθμό, την πτώση κ.λ.π – και να εφαρμόσουν τον κανόνα. Έτσι ενώ ξέρουν τον κανόνα αδυνατούν να τον γενικεύσουν και να τον χρησιμοποιήσουν στο γραπτό τους ενώ αν ερωτηθούν για τον κανόνα που διέπει τη λέξη που έχουν γράψει λάθος, συχνά θα απαντήσουν σωστά. Και δεν είναι λίγες οι φορές που μπορεί να γράψουν μια λέξη με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Επίσης τείνουν να απλοποιούν τη λέξη και να την αποδίδουν με τον πιο εύκολο και εύχρηστο φθόγγο, π.χ ωραίος – ορέος .Το μεγαλύτερο ποσοστό λαθών παρουσιάζεται στις καταλήξεις των ομόηχων άρθρων, ρημάτων, ουσιαστικών και επιθέτων. Η διδασκαλία των κανόνων συχνά δεν έχει θετικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα στις κατηγορίες που έχουν πολλές εξαιρέσεις, ενώ η γραπτή επανάληψη της λέξης πολλές φορές αποδεικνύεται καταναγκασμός χωρίς αποτέλεσμα.

Και ενώ το φαινόμενο της δυσορθογραφίας παρουσιάζεται συχνά σε παιδιά με δυσλεξία, διάσπαση προσοχής και διαταραχές της οπτικής και ακουστικής αντίληψης, τις τελευταίες δεκαετίες και περισσότερο τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα μεγάλο ποσοστό δυσορθογραφίας σε μια κατηγορία μαθητικού πληθυσμού που δεν έχει άλλες δυσκολίες. Χωρίς να γίνεται δεκτή η άποψη ότι η συγκεκριμένη δυσκολία οφείλεται σε συγκινησιακούς παράγοντες, είναι γεγονός ότι το εκπαιδευτικό σύστημα ευνοεί την ανάπτυξη της. Τα παιδιά έτσι και αλλιώς ζουν σε ένα περιβάλλον με πολλά και συχνά ταυτόχρονα ερεθίσματα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης , ενώ τα ενδοοικογενειακά προβλήματα συνεχώς αυξάνονται. Οι ρυθμοί ζωής χαρακτηρίζονται από την πίεση του χρόνου και το άγχος, οι απαιτήσεις για επιδόσεις στο σχολείο συνεχώς ανεβαίνουν, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι συναισθηματικές και βιολογικές ανάγκες των μαθητών, η έλλειψη υποδομής και ενός σταθερού και μακροχρόνιου εκπαιδευτικού συστήματος, οι πολυάριθμες σχολικές τάξεις, η έλλειψη υποστηρικτικής τεχνολογίας και η ελλιπείς γνώσεις έχουν σαν αποτέλεσμα πολλά παιδιά να παραμένουν αδιάγνωστα ή με λάθος «ετικέτα».Ο εκπαιδευτικός είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί πιστά τις νέες κάθε φορά οδηγίες για το σχολικό πρόγραμμα προσπαθώντας να ικανοποιήσει τόσο τα παιδιά όσο και τους γονείς. Η ελικοειδής μάθηση που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια έχει σαν αποτέλεσμα να μην υπάρχει μια συστηματικά και σωστά διαρθρωμένη διδασκαλία όπου τα παιδιά θα μπορούν να εμπεδώνουν τις γνώσεις με κατηγοριοποίηση και συνεχείς επαναλήψεις, αλλά ένα επιφανειακό πέρασμα σε μεγάλο αριθμό ενοτήτων, γεγονός που δημιουργεί μεγαλύτερη σύγχυση στα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες αλλά και στα υπόλοιπα.
Οι μαθητές με δυσορθογραφία έχουν ανάγκη μια κατηγοριοποίηση διαφορετική από την παραδοσιακή στην εκμάθηση της γραμματικής και της ορθογραφίας, εξατομικευμένο πρόγραμμα προσαρμοσμένο στις ανάγκες κάθε μαθητή, επανάληψη των κανόνων και των τεχνικών για εμπέδωση, δημιουργία ισχυρών συνειρμών και νοητών εικόνων αλλά και συγκεκριμένων πολυαισθητηριακών μνημονικών τεχνικών που θα οδηγήσουν στη αυτοματοποίηση και τη σωστή γραφή της λέξης.
Ο τελικός σκοπός δεν είναι να δώσει στο μαθητή την απάντηση σε μια ερώτηση, γιατί αυτό μπορεί να το προσφέρουν και τα σχολικά βοηθήματα αλλά να μάθει τον τρόπο να σκέφτεται και να ενεργεί ανάλογα σε κάθε περίπτωση και να επιλέγει ο ίδιος τη μέθοδο με την οποία πρέπει να εργαστεί, έχοντας ενεργό ρόλο στην μαθησιακή διαδικασία.